Κατηγορία μνημείου

Πρόσωπο

Νομός

Πόλη

Προτομές στους εξώστες του Πανεπιστημίου Αθηνών

Δεκαεπτά προτομές, που οι περισσότερες αποδίδονται στον γλύπτη Ιωάννη Κόσσο και κατασκευάστηκαν στις δεκαετίες 1850 και 1860, τοποθετήθηκαν στους εξώστες των δύο πλαϊνών αυλών του Πανεπιστημίου της Αθήνας.

 

Η ιστορία των προτομών αυτών δεν έχει ακόμη διερευνηθεί με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουμε με βεβαιότητα ούτε τους δημιουργούς τους ούτε τον χρόνο κατασκευής τους. Μόνο δύο φέρουν την υπογραφή του Ιωάννη Κόσσου, ενώ κάποιες αποδίδονται στον Λεωνίδα Δρόση. Φαίνεται πως οι περισσότερες κατασκευάστηκαν στα χρόνια 1855-1857. Ένα μεγάλο μέρος από τις προτομές αυτές χρηματοδοτήθηκε από τον Έλληνα της διασποράς, Γεώργιο Π. Λασκαρίδη. Ο Λασκαρίδης παρήγγειλε το 1855 στον γλύπτη Ιωάννη Κόσσο μια σειρά προτομών αγωνιστών του ’21 και φιλελλήνων προκειμένου να εκτεθούν σε δημόσιο χώρο. Δεν γνωρίζουμε ωστόσο ούτε πόσοι ούτε ποιοι ήρωες προβλεπόταν, σύμφωνα με την παραγγελία, να απεικονιστούν. (Πηγή 1). Ένας ακόμη χορηγός ήταν ο Γ. Π. Αγγελόπουλος, ανιψιός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, ο οποίος χρηματοδότησε την προτομή του θείου του, το 1861.

 ΑΚΡΙΒΗΣ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ [ΠΕΡΙΟΧΗ]

Εξώστες του Πανεπιστημίου Αθηνών

Propylaia panepistimiou athinon

Το 1859 ο Κόσσος, έπειτα από δική του σχετική πρόταση, υπέγραψε, βάσει απόφασης του υπουργικού συμβουλίου, συμβόλαιο με το Υπουργείο Εσωτερικών, σύμφωνα με το οποίο αναλάμβανε την εκτέλεση 24 προτομών έναντι 1.500 δρχ. την καθεμία. Ο γλύπτης όφειλε να παραδίδει πέντε προτομές ανά έτος, με τον όρο να είναι «όσο το δυνατόν ομοιόταται κατασκευαζόμεναι εκ πρωτοτύπων εικόνων». Την επιλογή των εικονιζόμενων προσώπων θα την έκανε το υπουργικό συμβούλιο, το οποίο όμως, όπως φαίνεται, αδράνησε, με αποτέλεσμα ο Κόσσος να καταθέσει το 1861 αγωγή, με την οποία ζητούσε αποζημίωση, επειδή το Δημόσιο «ούτε πρότερον, ούτε άχρι τούδε έκαμε προς αυτόν των ονομάτων την κοινοποίησιν» (Πηγή 2). Είναι πιθανό κάποιες προτομές να κατασκευάστηκαν με βάση τη δεύτερη αυτή παραγγελία προς τον γλύπτη. Εξάλλου ο Κόσσος είχε εξαρχής μάλλον στο μυαλό του την αναπαραγωγή σε πολλά αντίγραφα του ίδιου έργου για να ικανοποιήσει κρατικές ή ιδιωτικές παραγγελίες (Πηγή 1).

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, επί δέκα χρόνια τα έργα του Κόσσου «εφθείροντο εις τα κάθυγρα υπόγεια της οικίας Μακρυγιάννη». Το 1867 δεκαέξι προτομές αγοράστηκαν από τον Κωνσταντίνο Φρεαρίτη που είχε αναλάβει την οργάνωση της Εθνικής Βιβλιοθήκης και εκτέθηκαν στο εσωτερικό της, ώστε να μπορούν να τις επισκέπτονται ελεύθερα οι Αθηναίοι (Πηγή 2). Όταν η Βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε στο δικό της κτήριο το 1903, τότε οι προτομές τοποθετήθηκαν στους εξώστες του Πανεπιστημίου. Ο κατάλογος των δεκαεπτά προτομών που γνωρίζουμε ότι τοποθετήθηκαν στους εξώστες του Πανεπιστημίου Αθηνών είναι ο εξής:

 

  1. Φ. Γκίλφορντ
  2. Α. Μαυροκορδάτος
  3. Σπ. Τρικούπης
  4. Α. Κοραής
  5. Γ. Κουντουριώτης
  6. Δ. Καλλέργης
  7. Ρ. Τσωρτς
  8. Ρήγας Φεραίος
  9. Α. Μιαούλης (α)
  10. Α. Μιαούλης (β)
  11. Κ. Μαυρομιχάλης
  12. Α. Διάκος
  13. Α. Υψηλάντης
  14. Θ. Κολοκοτρώνης
  15. Βύρων
  16. Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’
  17. Κ. Κανάρης

 

Από τις δεκαεπτά προτομές, σήμερα από τους εξώστες απουσιάζουν οι πέντε∙ πρόκειται για τις προτομές των Μαυροκορδάτου, Τρικούπη, Κοραή, Κουντουριώτη, Τσωρτς.
Ο γλύπτης Ιωάννης Κόσσος φαίνεται πως ανέλαβε τη φιλοτέχνηση δέκα προτομών. Δύο από αυτές (Κοραής, Γρηγόριος Ε’) φέρουν την υπογραφή του. Η προτομή του Κοραή κατασκευάστηκε σε τρία αντίγραφα με βάση το ίδιο πρόπλασμα του οποίου ξυλογραφία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Πανδώρα το 1856 (Πηγή 9). Την προηγούμενη χρονιά ο Κόσσος είχε φιλοτεχνήσει τη μαρμάρινη προτομή που δέκα χρόνια αργότερα ο Πέτρος Εμ. Σκυλίτσης δώρισε στη Σχολή της Χίου και σήμερα βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του νησιού. Το αντίγραφο που τοποθετήθηκε στους εξώστες του Πανεπιστημίου Αθηνών είχε φιλοτεχνηθεί το 1862 και βρισκόταν ακόμη στη θέση του στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με πολλές φθορές (Πηγή 1).

Τέσσερις από τις προτομές (Βύρων, Αλ. Υψηλάντης, Γκίλφορντ, Ρήγας Φεραίος) αποδίδονται επίσης στον γλύπτη, από ξυλογραφίες και περιγραφές του περιοδικού Πανδώρα εκείνης της εποχής. Τέσσερις επίσης προτομές (Κολοκοτρώνης, Μαυρομιχάλης, Διάκος, Μαυροκορδάτος) θεωρείται ότι φιλοτεχνήθηκαν από τον Κόσσο, λόγω της τεχνοτροπίας τους. Σε τρία αντίγραφα από το ίδιο πρόπλασμα κατασκευάστηκε η προτομή του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου που χρονολογείται το 1866. Σύμφωνα με μαρτυρία του Ηλία Μυκονιάτη, η προτομή βρισκόταν ακόμη στον εξώστη της βορεινής αυλής του Πανεπιστημίου στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με αρκετές όμως φθορές (Πηγή 1).
Στον Κόσσο εξάλλου αποδόθηκαν τέσσερις ακόμα προτομές (Μιαούλης (α), Μιαούλης (β), Κανάρης και Σπ. Τρικούπης), ωστόσο για το θέμα αυτό προβάλλονται σοβαρές ενστάσεις.

 

ΓΕΝΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΡΟΤΟΜΩΝ

 

 

 

ΑΡΧΕΙΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

  1. Η. Μυκονιάτης, Ο γλύπτης Ιωάννης Κόσσος 1822-1873, ανάτυπο από την επιστημονική επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ, τ. ΚΒ’, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 1984.
  2. Χριστίνα Κουλούρη, Φουστανέλες και χλαμύδες. Ιστορική μνήμη και εθνική ταυτότητα 1821-1930, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2020.
  3. Έλλη Σπένδου, Το Πανεπιστήμιο Αθηνών και η γλυπτική του. Ένα σημαντικό «δημόσιο σήμα» της Νεότερης Ελλάδος, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σεπτέμβριος 2017.
  4. «Λόρδος Βύρων», Πανδώρα, τχ. 133, 1.10.1855, σ. 357.
  5. «Ερμογλυφείον Ιωάννου Κόσσου», Πανδώρα, τχ. 135, 1.11.1855, σ. 409.
  6. «Λόρδος Γυίλφορδ», Πανδώρα, τχ. 138, 15.12.1855, σ.479-80.
  7. «Ρήγας Φερραίος», Πανδώρα, τχ. 142, 15. 2. 1856, σ. 572.
  8. «Γρηγόριος Ε΄ Οικουμενικός Πατριάρχης», Πανδώρα, τχ. 265, 1. 4. 1861, σ. 15.
  9. «Αδαμάντιος Κοραής», Πανδώρα, τχ. 140, 15.1.1856, σ. 527.

 

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

 

end faq