Γεννήθηκε στον Βελβεντό (Κοζάνης) το έτος 1802. Φοίτησε αρχικώς στην κοινοτική σχολή που λειτουργούσε στην περιοχή από το 1773, ενώ αργότερα μετέβη στο Βουκουρέστι, όπου κατοικούσαν και δραστηριοποιούνταν επαγγελματικά αρκετοί συμπατριώτες του. Στο Βουκουρέστι συνέχισε τις σπουδές του στην Ελληνική Σχολή, μαθητεύοντας πλάι στον Ηπειρώτη λόγιο Νεόφυτο Δούκα. Η κήρυξη της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες είχε ως αποτέλεσμα την ένταξή του στον Ιερό Λόχο υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στην πολύνεκρη και καταστροφική για τις δυνάμεις των επαναστατημένων Μάχη του Δραγατσανίου (Ιούνιος 1821), ο Κλεάνθης αιχμαλωτίστηκε από οθωμανικές δυνάμεις και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να θανατωθεί. Κατάφερε όμως να δραπετεύσει, και μετέβη αρχικώς στην Βιέννη και από εκεί στη Λειψία. Εκεί εγγράφηκε στην Αρχιτεκτονική Σχολή, όπου φοίτησε για βραχύ διάστημα, εγκαταλείποντάς την σύντομα για να συνεχίσει τις σπουδές του στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Βερολίνου. Εκεί, φοίτησε δίπλα στον καθηγητή Σίνκελ (Karl Friedrich Schinkel), του οποίου η προσωπικότητα τον επηρέασε καταλυτικά. Έλαβε το πτυχίο του με άριστα και το 1828 μετέβη στην Ελλάδα μαζί με τον συμφοιτητή και φίλο του Εδουάρδο Σάουμπερτ (Eduard Schaubert), με σκοπό να προσφέρουν την τεχνογνωσία τους στο υπό συγκρότηση ελληνικό κράτος. Οι δύο αρχιτέκτονες, παρουσιάστηκαν στον Ιωάννη Καποδίστρια και ανέλαβαν καθήκοντα σχεδιάζοντας δημόσια κτίρια και καταγράφοντας, δραστηριότητα που συνέχισαν και μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη.
Τον Μάιο του 1832 στην προοπτική μεταφοράς της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους στην Αθήνα, η μετακαποδιστριακή Προσωρινή Κυβέρνηση τους ανέθεσε την εκπόνηση του Νέου Σχεδίου της Πόλεως των Αθηνών, του πρώτου πολεοδομικού σχεδίου της Αθήνας. Το σχέδιο εγκρίθηκε από την Αντιβασιλεία, που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει την διακυβέρνηση, τον Ιούλιο του 1833. Αν και άρχισε να εφαρμόζεται, τελικώς δεν ολοκληρώθηκε εγείροντας δημόσιες αντιδράσεις ως διαπνεόμενο από μεγαλομανία και καιροσκοπισμό ενώ και η έκταση των απαλλοτριώσεων που απαιτούσε η εφαρμογή του, οδήγησαν στην αναστολή του κατά το 1834. Στο σχέδιο, οι δύο αρχιτέκτονες είχαν επεξεργαστεί ένα μοντέλο μοντέρνας αστικής κηπούπολης, το κέντρο της οποίας οριζόταν από τέσσερα μεγάλα βουλεβάρτα, με το βλέμμα στραμμένο στην πληθυσμιακή ανάπτυξη της πόλης κατά τις επόμενες δεκαετίες. Στο πεδίο των ιδεών και της καλλιτεχνικής δημιουργίας, ο Κλεάνθης ήταν εκπρόσωπος του Ρομαντισμού, τάση που συχνά τον έφερε σε αντιπαράθεση με άλλους αρχιτέκτονες του καιρού του όπως ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου. Στα 1837, το σπίτι του Κλεάνθη στην Πλάκα, στέγασε το νεοσύστατο Οθώνειο Πανεπιστήμιο, έως την κατασκευή του κεντρικού κτιρίου στην οδό Πανεπιστημίου. Ο Κλεάνθης δραστηριοποιήθηκε και ως επιχειρηματίας διατηρώντας λατομείο μαρμάρου στην Πάρο, προσπαθώντας να αναδείξει την αξία των ελληνικών μαρμάρων στην δημόσια αρχιτεκτονική. Στο λατομείο του τραυματίστηκε σοβαρά το 1862, μεταφέρθηκε στην Αθήνα και πέθανε.
ΠΗΓΕΣ
- Βόλγ Ζάιντλ, Βαυαροί στην Ελλάδα. Η γένεση του νεοελληνικού κράτους και το καθεστώς του Όθωνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1984, σελ. 143-145 και 220-223.
- Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, «Σχεδιάζοντας την Αθήνα τον 19ο αιώνα», στο Μαλούτας Θ., Σπυρέλλης Σ. (επιμ.) Κοινωνικός άτλαντας της Αθήνας. Ηλεκτρονική συλλογή κειμένων και εποπτικού υλικού, προσβάσιμο στο https://rb.gy/dqu1bp (ημερομηνία ανάκτησης 10/12/2020).
- Κώστας Η. Μπίρης, «Κλασικισμός και ρωμαντισμός στην αρχιτεκτονική της Αθήνας», Νέα Εστία, (1940), τ.χ. 323, σελ. 676-679.
- «Kleanthis S.», βιογραφικό σημείωμα του αρχιτέκτονα στην ιστοσελίδα greekarchitects.gr, προσβάσιμο στο http://www.greekarchitects.gr/gr/greek-architecs/kleanthis-s-1802-1862-id163 (ημερομηνία ανάκτησης 10/12/2020).