Ο Αναστάσιος Πολυζωΐδης (συχνά το μικρό του όνομα στις πηγές απαντά και ως Αθανάσιος) γεννήθηκε το 1802 στο Μελένικο της Ανατολικής Μακεδονίας, σημαντικό εμπορικό κέντρο με ελληνορθόδοξο πληθυσμό (σημερινή Νότια Βουλγαρία). Έλαβε εγκύκλια μόρφωση στο σχολείο της πόλης του και σε κατ’ οίκον διδασκαλίες, ενώ δάσκαλοί του υπήρξαν οι Αδάμ Τζαπέκος, Χριστόφορος Φιλητάς και Μηνάς Μηνωίδης. Μετά το πέρας των εγκύκλιων σπουδών μετέβη σε πνευματικά και εκπαιδευτικά κέντρα της Ευρώπης για να συνεχίσει τις σπουδές του στα Νομικά και την Ιστορία. Ειδικότερα, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, στη Βιέννη και στο Βερολίνο. Διέκοψε τις σπουδές του στο Βερολίνο το 1821 με σκοπό να μεταβεί στις επαναστατημένες Παραδουνάβιες Ηγεμονίες αλλά ύστερα από μια σειρά συμβάντων και περιπλανήσεων κατέληξε στην Ακαρνανία και από εκεί στο Μεσολόγγι. Κατά την επιστροφή του στον επαναστατημένο ελλαδικό χώρο γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και έλαβε μέρος στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Αν και μόλις 20 ετών υπήρξε εκ των βασικών συντακτών του Συντάγματος και συνέταξε σχεδόν εξ ολοκλήρου την περίφημη Διακήρυξη του 1822, η οποία προσαρτήθηκε στο συνταγματικό κείμενο και μέσω της οποίας επιχειρούνταν να καταδειχτεί στα ευρωπαϊκά κράτη ότι ο Αγώνας ήταν εθνικός και ιερός. Κατόπιν έγινε γραμματέας του εκτελεστικού (υπουργικού) συμβουλίου με Πρόεδρο τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Κατά την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Πολυζωΐδη πήγε στο Λονδίνο και πέτυχε να συνάψει δάνειο για την στήριξη των πολιορκημένων. Ο Α. Πολυζωΐδης υπήρξε ο πρώτος πολιτικός άνδρας που κατά την εκφώνηση λόγου στο Ναύπλιο μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου και την καταστροφή του -παρουσία αρκετών αγωνιστών που σώθηκαν στην Έξοδο-, χρησιμοποίησε τον όρο «Ιερά Πόλις» αναφερόμενος στο Μεσολόγγι. Το 1827 έλαβε μέρος στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ως εκλεγμένος πληρεξούσιος.
Το 1828 μετέβη στο Παρίσι για να συμπληρώσει τις σπουδές του και κατόπιν επανήλθε στην Ελλάδα. Στα χρόνια της διακυβέρνησης Καποδίστρια, ο Πολυζωΐδης προσχώρησε στην αντιπολιτευτική παράταξη των φιλελευθέρων συνταγματικών, ενώ για ένα διάστημα εξέδιδε στην Ύδρα την εφημερίδα “Απόλλων”, η οποία κατασχέθηκε. Η Ύδρα αποτελούσε την εποχή εκείνη προπύργιο των αντι-καποδιστριακών ομάδων. Κατά το 1832, η Αντιβασιλεία τον διόρισε πρόεδρο στο πενταμελές δικαστήριο (Πρωτοδικείο) του Ναυπλίου. Λόγω όμως της περιώνυμης Δίκης Κολοκοτρώνη που έλαβε χαρακτηριστικά πολιτικού γεγονότος και της άρνησής του για υπογραφή της θανατικής καταδίκης των αγωνιστών μαζί με τον έτερο δικαστή Γεώργιο Τερτσέτη, εκδιώχθηκε από το αξίωμά του και φυλακίστηκε. Αργότερα όταν τελικώς απονεμήθηκε χάρη στους καταδικασμένους αγωνιστές από τον ενήλικο πλέον βασιλιά Όθωνα, η δίωξη του Πολυζωΐδη παύτηκε και αργότερα ο ίδιος διορίστηκε Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου και Σύμβουλος Επικρατείας. Το 1837 σε ηλικία 35 ετών διορίστηκε υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και αργότερα υπουργός Εσωτερικών. Ως καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός, συνέβαλε στην οργάνωση και λειτουργία του πρώτου πανεπιστημίου του ελεύθερου ελληνικού κράτους με τη σύνταξη των Διαταγμάτων “Περί συστάσεως του Πανεπιστημίου” και “Περί προσωρινού κανονισμού του Πανεπιστημίου”. Μετά την Έξωση του Όθωνα διορίστηκε Νομάρχης Αττικοβοιωτίας. Συνέγραψε αρκετές πραγματείες και μελέτες γύρω από νομικά ζητήματα και στα πεδία της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας. Πέθανε στην Αθήνα το 1873.
ΠΗΓΕΣ
- Λήμμα «Πολυζωΐδης Αθανάσιος (sic)», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος Κ΄, Πυρσός, Αθήνα 1932, σελ. 488
- Λήμμα «Πολυζωΐδης Αναστάσιος», Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού, https://argolikivivliothiki.gr/2009/03/11/πολυζωίδης-αναστάσιος-1802-1873 (ημερομηνία επίσκεψης 16/10/2020)