Ο Νότης Μπότσαρης, γεννημένος στο Σούλι το 1756, ήταν γιος του Γιώργη και αδερφός του Κίτσου Μπότσαρη, θείος του Μάρκου Μπότσαρη. Η πολεμική του δραστηριότητα κατά την περίοδο των αγώνων των Σουλιωτών κατά του Αλή πασά των Ιωαννίνων ήταν περιορισμένη. Όμως πολέμησε στην πολιορκία των Μποτσαραίων στη μονή Σέλτσου (1804) κατά την οποία αιχμαλωτίστηκε και εν συνεχεία φυλακίστηκε στην Κλεισούρα της Β. Ηπείρου. Κατάφερε και δραπέτευσε και με την μεσολάβηση του Αλή οδηγήθηκε στη Λάρισα στον Βελή Πασά (γιο του Αλή) όπου σχεδίαζαν να τον δολοφονήσουν. Όμως ο Βελής φυγάδευσε τον Μπότσαρη. Εκείνος πέρασε από τον Όλυμπο, το Άγιο Όρος και την Ύδρα και κατέληξε στην Κέρκυρα όπου εντάχθηκε στα ηπειρώτικα τάγματα του Συντάγματος που είχαν οργανώσει οι αυτοκρατορικοί Γάλλοι και έλαβε τον βαθμό του λοχαγού (1809). Ο Μπότσαρης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και, όταν επέστρεψε στο Σούλι, στήριξε τον Αλή πασά εναντίον των σουλτανικών στρατευμάτων. Διακρίθηκε στις μάχες της Άρτας (Νοέμβριος 1821) και της Σαμωνίβας (1822) και διορίστηκε Υπουργός Πολέμου από το Εκτελεστικό, όμως η δύσκολη κατάσταση στο Σούλι δεν τον άφησε να αναλάβει τα καθήκοντά του. Ο Νότης Μπότσαρης κατέφυγε στα Επτάνησα, ύστερα από την συνθηκολόγηση των Σουλιωτών με τους Τούρκους (Ιούλιος 1822) και την οριστική αποχώρησή τους από την Ήπειρο. Τέλη του 1823 πέρασε στη Δυτική Ελλάδα και πήγε στο Μεσολόγγι όπου ανέπτυξε σημαντική στρατιωτική δραστηριότητα παρά τη μεγάλη ηλικία του. Το 1824 στάλθηκε από τον Αλέξ. Μαυροκορδάτο μαζί με τον ανιψιό του Κώστα Μπότσαρη επικεφαλής 500 Σουλιωτών για να ενισχύσουν το φρούριο της Γαστούνης στην Πελοπόννησο. Το 1825, ενώ είχε ήδη το βαθμό του στρατηγού, κλείστηκε με τους πολιορκημένους στο Μεσολόγγι. Ως ένας από τους αρχηγούς της άμυνας της πόλης αγωνίστηκε για την αντιμετώπιση των επιθέσεων. Μετά την Έξοδο (Απρίλιος 1826), κατά την οποία είχε την αρχηγία ενός από τα δύο τμήματα της φρουράς, πήγε στο Ναύπλιο. Προσχώρησε στις δυνάμεις του Γεώργιου Καραϊσκάκη και πολέμησε στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Πολέμησε στη μάχη του Διστόμου (1827) και τον επόμενο χρόνο αγωνίστηκε για την απελευθέρωση της Ναυπάκτου – Μεσολογγίου. Κατά τη βασιλεία του Όθωνα, πήρε τον βαθμό του υποστράτηγου. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Ναύπακτο όπου και απεβίωσε το 1841.
ΠΗΓΕΣ
«Νότης Μπότσαρης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ.7, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1991, σ. 41.