Ο Εμμανουήλ Παππάς είχε καταγωγή από την Ντοβίστα (Δοβίστα) Σερρών. Γιος του Δημ. Οικονόμου-Παππά και της Βασιλικής, πλούσιας οικογένειας προκρίτων της περιοχής των Σερρών. Αρχικά μαθήτευσε στη γενέτειρά του και έπειτα συνέχισε στο Ελληνικό Σχολείο των Σερρών, που λειτουργούσε από το 1735. Από ιδιόχειρες επιστολές του φαίνεται ότι δεν ήταν ιδιαίτερα μορφωμένος. Παντρεύτηκε σε ηλικία 20 ετών και με τη γυναίκα του Φαίδρα απέκτησαν 11 παιδιά ( 8 γιούς και 3 κόρες). Οι τέσσερις μεγαλύτεροι γιοί του σκοτώθηκαν στις πολεμικές επιχειρήσεις της Ελληνικής Επανάστασης.
Ο Παππάς εγκαταστάθηκε στη Ντοβίστα και, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ανέλαβε μαζί με τα αδέλφια του την οικογενειακή επιχείρηση. Επέδειξε εμπορικές ικανότητες και αξιοποίησε τις οικονομικές ευκαιρίες που επικρατούσαν στην περιοχή των Σερρών εκείνη την περίοδο. Εξελίχθηκε σε οικονομικό παράγοντα της περιοχής καθώς συνεργάστηκε με τον αλβανικής καταγωγής αγιάννη της επαρχίας, Ισμαήλ Μπέη Σερέζλη, ο οποίος ασκούσε αποτελεσματική διοίκηση και είχε πετύχει την οικονομική πρόοδο της ευρύτερης περιοχής. Ο Παππάς διέθετε υποκαταστήματα στη Βιέννη και στην Κωνσταντινούπολη και η περιουσία του ξεπερνούσε τα 300.000 τάλιρα. Δραστηριοποιούνταν ως τραπεζίτης δανείζοντας χριστιανούς και μουσουλμάνους στην περιοχή των Σερρών, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η οικονομική και κοινωνική του ισχύς. Μετά τον θάνατο του Ισμαήλ Μπέη, η δύναμη του Παππά περιορίστηκε καθώς οι σχέσεις του με τον νέο διοικητή Γιουσούφ Μπέη (γιο του προηγούμενου) δεν ήταν το ίδιο καλές. Το 1817, ύστερα από διένεξη με τον Γιουσούφ Μπέη εγκατέλειψε τις Σέρρες και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ άφησε στον μεγάλο του γιο Αθανασάκη τη διαχείριση των επιχειρήσεών του. Ο Παππάς στην Κωνσταντινούπολη συνέχισε το επάγγελμα του τραπεζίτη. Αξιοποίησε τις εκεί διασυνδέσεις του και πέτυχε να κερδίσει τη διένεξη με τον Γιουσούφ Μπέη, ο οποίος τελικά του επέστρεψε το χρηματικό ποσό που του χρωστούσε.
Τον Δεκέμβριο 1819 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Κων. Παπαδάτο. Ο Παππάς ανέλαβε την οργάνωση και την οικονομική ενίσχυση του αγώνα στη Μακεδονία. Τον Μάρτιο του 1821, ενώ ήδη είχε εκδηλωθεί η Επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο Παππάς έφτασε στο Άγιο Όρος με το πλοίο του Θρακιώτη Χατζή-Αντώνη Βισβίζη ο οποίος, μαζί με τη σύζυγό του Δόμνα, συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση. Διορίστηκε από τον Αλ. Υψηλάντη «πληρεξούσιος αρχηγός και διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων του Αγ. Όρους, της Κασσάνδρας και της Θεσσαλονίκης». Ο Παππάς τον Μάιο του 1821 κήρυξε την επανάσταση στο Άγιο Όρος από τη Μονή Εσφιγμένου της οποίας ο ηγούμενος Ιωακείμ ήταν επίσης μυημένος στη Φιλική Εταιρεία. Η εξέγερση όμως στην περιοχή καταπνίχθηκε γρήγορα και ύστερα από περιορισμένες επιχειρήσεις υπέκυψαν στις δυνάμεις του διοικητή της Θεσσαλονίκης Μεχμέτ Εμίν Πασά. Ο Παππάς κατέφυγε στο Άγιο Όρος, όμως εκεί οι συνθήκες είχαν ανατραπεί και οι ηγούμενοι σε συνεννόηση με τον οθωμανό διοικητή συναίνεσαν να παραδώσουν τον Παππά προκειμένου να γλυτώσει η αθωνική πολιτεία. Ο Παππάς, χάρη στον ηγούμενο Ιωακείμ, κατάφερε να αποδράσει μαζί με λιγοστούς αγωνιστές με το πλοίο του Βισβίζη. Απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου 1821 στο καράβι καθώς έπλεαν προς την Ύδρα, όπου κηδεύτηκε με τιμές στην εκκλησία της Υπαπαντής.
ΠΗΓΕΣ
- «Παππάς Εμμανουήλ», Lexicon 1821, KENI https://keni.panteion.gr/index.php/el/1821.
Πηγή εικόνας: ελευθέρα προσβάσιμη στο διαδίκτυο https://www.google.com/search?q=εμμανουηλ+παππας&rlz=1C1CHBD_elGR913GR913&sxsrf=ALeKk02iEi_tBzm81pptPhhw2IVnRx54-Q:1605006222147&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=2ahUKEwiku-6N6vfsAhWSQ0E (ανάκτηση 10/11/2020).