Κατηγορία μνημείου

Πρόσωπο

Νομός

Πόλη

Λεωφόρος των Ηρώων

Η Λεωφόρος των Ηρώων στο Πεδίον του Άρεως αποτελεί μνημειακό σύνολο με 21 μαρμάρινες προτομές ηρώων της Επανάστασης, τοποθετημένες στον χώρο, σταδιακά, από το 1937 έως το 2005. Το αρχικό σύνολο περιλάμβανε 16 μορφές αγωνιστών, η φιλοτέχνηση των οποίων ανατέθηκε το 1934, επί πρωθυπουργίας Παναγή Τσαλδάρη, σε μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών, με δαπάνες που καλύφθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό μέσω εράνου. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 24 Μαρτίου 1937, στο πλαίσιο των εορτασμών της εθνικής επετείου από το μεταξικό καθεστώς. Από το 1956 και εξής άλλες πέντε προτομές εντάχθηκαν στον χώρο, με πρωτοβουλία κυρίως εθνοτοπικών συλλόγων.

 

Σύμφωνα με το τοπογραφικό διάγραμμα του 1877, ο χώρος του Πεδίου του Άρεως συνιστά δασική έκταση περίπου 476 στρεμμάτων στα βορειοανατολικά της πρωτεύουσας, που εκτείνεται από την οδό Πατησίων μέχρι το ύψωμα του Πολυγώνου (Πηγή 1). Η προέλευση του ονόματός του προέρχεται από το Ρωμαϊκό Campus Martius, ενδεικτικό του στρατιωτικού χαρακτήρα του χώρου. Κατά την οθωνική περίοδο, στεγάζονταν εκεί οι Στρατώνες του Ιππικού, και πραγματοποιούνταν στρατιωτικές συγκεντρώσεις, γυμνάσια και επιθεωρήσεις στρατιωτικών σωμάτων. Στα χρόνια του Γεωργίου Α΄, λειτούργησαν στον χώρο η Ιππευτική Σχολή και η Σχολή Ευελπίδων (Πηγή 2). Τον χαρακτήρα της περιοχής πλαισίωσαν δύο ναοί, των Ταξιαρχών και του Αγίου Χαραλάμπους, προστατών του στρατού. Εκτός από τις παραπάνω λειτουργίες, το Πεδίον του Άρεως χρησίμευε και ως χώρος περιπάτου της αθηναϊκής κοινωνίας του 19ου αιώνα (Πηγή 3), αλλά και τόπος εκδηλώσεων κοινωνικής διαμαρτυρίας και πολιτικής αμφισβήτησης. Ενδεικτικά, εκεί έλαβαν χώρα τα «Σκιαδικά» το 1859, το γεύμα στους Στρατώνες μετά την έξωση του Όθωνα, τον Οκτώβριο του 1862, και το «ανάθεμα» στον Ελευθέριο Βενιζέλο (12/10/1916) την εποχή του Εθνικού Διχασμού.

 ΑΚΡΙΒΗΣ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ [ΠΕΡΙΟΧΗ]

«Λεωφόρος των Ηρώων» στο Πεδίον του Άρεως

pedion areos

Το Πεδίον του Άρεως ως κοινόχρηστος χώρος πρασίνου, περίπου όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, διαμορφώθηκε μεταξύ των ετών 1934-1937. Παράλληλα, η δημιουργία της Λεωφόρου των Ηρώων προέκυψε μετά την για άλλη μια φορά ματαίωση της κατασκευής Πανελλήνιου Ηρώου, που προοριζόταν να ενταχθεί στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Το ανεκπλήρωτο από την εποχή του Καποδίστρια εθνικό αίτημα (Δ΄ Εθνοσυνέλευση, 1829) (Πηγή 4) είχε επανέλθει το 1918, ενόψει των εορτασμών της Εκατονταετηρίδας της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Με βασιλικό διάταγμα συγκροτήθηκε τότε Κεντρική Επιτροπή με καθορισμένο κανονισμό εργασιών λειτουργίας (Πηγή 5). Πρόεδρος της Επιτροπής ήταν ο Θεμιστοκλής Σοφούλης και Γενικός Γραμματέας ο λογοτέχνης και δημοσιογράφος Ιωάννης Δαμβέργης, με έργο τον συντονισμό των εορτασμών (Πηγή 6). Ξεχωριστή επιτροπή, η Επιτροπή Μεγάλου Μνημείου με πρόεδρο τον Ελευθέριο Βενιζέλο πρότεινε την ανίδρυση του Ηρώου στον λόφο του Αρδηττού (Πηγή 4). Η Μικρασιατική εκστρατεία και η ήττα του ελληνικού στρατού μετέθεσαν την ιδέα του Ηρώου για το 1930, όταν θα εορτάζονταν τα 100 χρόνια του ελληνικού κράτους (Πηγή 7). Οι σχετικές προτάσεις αναζωπυρώθηκαν τον Δεκέμβριο του 1928, όταν με Προεδρικό Διάταγμα επανασυστάθηκε η Κεντρική Επιτροπή, με Πρόεδρο τον Αλ. Ζαΐμη και Γενικό Γραμματέα και πάλι τον Ιω. Δαμβέργη (Πηγή 8). Η Επιτροπή Μεγάλου Μνημείου μετονομάστηκε σε Επιτροπή Ηρώου, με μέλη γνωστούς αρχιτέκτονες της εποχής, καλλιτέχνες και καθηγητές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), που θα αποφάσιζαν για το σχέδιο κατασκευής και τον τόπο ανέγερσης του Ηρώου. Η απόφαση της επιτροπής όριζε την ανίδρυση του μνημείου «εν τω κέντρω του Πεδίου του Άρεως, εν μέσω φυτειών και αλσυλλίων», και την κατασκευή του από κυβόλιθους, που θα έστελναν κάθε δήμος και κοινότητα της Ελλάδας, η Κύπρος και οι παροικίες. Θα είχε το σχήμα ναού, στο εσωτερικό του οποίου θα τοποθετούνταν Αγία Τράπεζα, στην ανατολική πλευρά, ενώ οι υπόλοιπες πλευρές θα τοιχογραφούνταν με εικόνες περιστατικών της Επανάστασης. Εξωτερικά, θα κοσμούνταν με ανδριάντες, προτομές, γλυπτικά συμπλέγματα και σύμβολα. Το Ηρώο θεμελιώθηκε το 1930, όμως κυρίως εξαιτίας ανεπαρκών εσόδων δεν ανεγέρθηκε ποτέ και, αντί αυτού, οικοδομήθηκε ένα περίζωμα από τους κυβόλιθους που είχαν συγκεντρωθεί (Πηγή 4).

Τέσσερα χρόνια μετά, επί πρωθυπουργίας Παναγή Τσαλδάρη, δρομολογήθηκε η δημιουργία της Λεωφόρου των Ηρώων, ως φόρος τιμής στους αγωνιστές της Επανάστασης. Το 1934 η Ανωτάτη Πολεοδομική Επιτροπή υπέβαλε στον υπουργό Συγκοινωνίας, Πέτρο Ράλλη, νόμο «περί συμβολής του Δημοσίου προς διαμόρφωσιν του Πεδίου του Άρεως εις κοινόχρηστον άλσος των Αθηνών». Ο χώρος μετατράπηκε σε πάρκο με τις άμεσες ενέργειες του τότε προσωπάρχη του Υπουργείου Συγκοινωνίας, Ιωάννη Οικονόμου (Πηγές, 2, 9, 10, 11). Την ίδια χρονιά, η φιλοτέχνηση των μαρμάρινων μορφών του 1821 ανατέθηκε στο Σωματείο Ελλήνων Γλυπτών (ίδρυση 1929), μέλη του οποίου ήταν κάποιοι από τους πιο ταλαντούχους και διεθνούς φήμης γλύπτες της εποχής, όπως ο Μιχάλης Τόμπρος, ο Θωμάς Θωμόπουλος, ο Αντώνης Σώχος κ.α. Η αμοιβή των καλλιτεχνών ήταν 65.000 δραχμές για κάθε προτομή (Πηγές 2, 3, 12). Τη δαπάνη του έργου ανέλαβε η Ελληνική Κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός μέσω εράνου. Ο Ι. Οικονόμου, ως πρόεδρος του Ειδικού Ταμείου Μονίμων Οδοστρωμάτων, παραχώρησε το ποσό των 2.000.000 δραχμών (Πηγή 7).

Η υποδοχή της πρωτοβουλίας από την κοινή γνώμη ήταν θερμή, προτού ακόμη γίνουν γνωστές οι μορφές των τιμώμενων προσώπων (ενδεικτικά, Πηγή 13). Αντιδράσεις, όμως, προκάλεσε το 1935 η γνωστοποίηση του τρόπου επιλογής των καλλιτεχνών, με τη διαδικασία ανάθεσης των έργων από επιτροπή της Σχολής Καλών Τεχνών, υπό την προεδρία του τότε διευθυντή της, Κώστα Δημητριάδη, και μέλη τους καθηγητές Κωνσταντίνο Παρθένη (ζωγραφική) και Γιάννη Κεφαλληνό (χαρακτική). Αν και χωρίς να αμφισβητήσει την αξιοσύνη των επιλεγμένων δημιουργών, η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» θεώρησε αναγκαία τη διεξαγωγή διαγωνισμού προπλασμάτων, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοχή των έργων από την κοινή γνώμη (Πηγή 14).

Και οι 16 προτομές των αγωνιστών που τότε επιλέχθηκαν να κοσμήσουν τη Λεωφόρο των Ηρώων φιλοτεχνήθηκαν μεταξύ 1934-1937 σε λευκό πεντελικό μάρμαρο και τοποθετήθηκαν κατά μήκος και αντικριστά, επάνω σε βάθρα ύψους περίπου 2 μέτρων, προκειμένου να εξαίρονται. Με στόχο την ευρεία αποδοχή τους, ως κοινή μορφοπλαστική κατεύθυνση επιλέχθηκε το ρεαλιστικό και ακαδημαϊκό ιδίωμα με κλασικιστικές επιρροές, σε αντίθεση με το ρεύμα του μοντερνισμού και τις λιτές γραμμές που επικρατούσαν διεθνώς τότε. Η Λεωφόρος των Ηρώων ως τόπος μνήμης του 1821 εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθεια ανάτασης του εθνικού φρονήματος μετά τη μικρασιατική καταστροφή, μέσα στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής ιδεολογίας της γενιάς του 1930 (Πηγή 7).

Το αρχικό μνημειακό σύνολο περιλάμβανε τις μορφές των Δημ. Υψηλάντη, Κίτσου Τζαβέλλα, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Κωνσταντίνου Κανάρη, Μάρκου Μπότσαρη, Γεώργιου Καραϊσκάκη, Ανδρέα Μιαούλη, Νικηταρά, Παπαφλέσσα, Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, Παλαιών Πατρών Γερμανού, Οδυσσέα Ανδρούτσου, Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Αθανάσιου Διάκου, Μαντώς Μαυρογένους και Δημήτριου Παπανικολή.

Για τη συμπλήρωση του τόπου μνήμης για την Ελληνική Επανάσταση επρόκειτο να τοποθετηθούν και δύο ανάγλυφα, για την έξοδο του Μεσολογγίου και την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κωνσταντίνο Κανάρη (Πηγή 15). Δημοσιεύματα στον Τύπο σημείωναν την ανάγκη της συμβολής Κράτους, φορέων και πολιτών για τη συμπλήρωση του έργου και τη δημιουργία κέντρου «εθνικής τιμής και πανελληνίου σεβασμού» στον χώρο (Πηγή 16).

Τα αποκαλυπτήρια πραγματοποιήθηκαν στις 24 Μαρτίου 1937, στο πλαίσιο του εορτασμού της εθνικής επετείου, που για πρώτη φορά διοργάνωνε το μεταξικό καθεστώς με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια. Από την προηγούμενη νύχτα το πάρκο είχε φωταγωγηθεί και η είσοδος ήταν πλέον ελεύθερη για το κοινό (Πηγή 15). Οι ελάχιστες και επιπλέον περιεκτικές αναφορές στον Τύπο σχετικά με την τελετή των εγκαινίων της Λεωφόρου των Ηρώων το πιθανότερο είναι να σχετίζονται με τις προτεραιότητες του καθεστώτος. Η εφαρμογή του φιλόδοξου εξοπλιστικού προγράμματος του Μεταξά είχε ήδη αρχίσει και η εθνική επέτειος ήταν η καλύτερη ευκαιρία για την προβολή των άρτι αφιχθέντων από τη Γερμανία βαρέων πυροβόλων νέου τύπου. Η μνήμη του 1821 βρέθηκε στη σκιά του μέλλοντος. Ανάμεσα στα άλλα τελετουργικά, η επιβλητική στρατιωτική παρέλαση προκάλεσε πατριωτική έξαρση. Επρόκειτο για «έναν νεωτερισμόν αναμφιβόλως συντελούντα εις το να αισθάνεται βαθύτερα ο ελληνικός λαός την σημασίαν της ημέρας όχι μόνον διά το παρελθόν του, αλλά και διά το μέλλον του», γράφει το «Ελεύθερον Βήμα» και συμπληρώνει ότι μια εθνική εορτή δεν έχει μόνον σκοπό να υπενθυμίζει τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα στα οποία αναφέρεται, αλλά και να καθιστά αισθητή την ανάγκη «όπως το σήμερα και το αύριον της χώρας είνε αντάξια των γεγονότων εκείνων, όπως το έθνος είνε ανά πάσαν στιγμήν έτοιμον να τα επαναλάβη, εάν αι περιστάσεις το επέβαλλαν» (Πηγή 17).

Ως προς τις 16 προτομές στο πεδίον του Άρεως, αντιδράσεις υπήρξαν για τον τρόπο απόδοσης των αγωνιστών. Δημοσίευμα της εφημερίδας «Ακρόπολις» με τίτλο «Αντί ενθουσιασμού προκαλούν οίκτο», αναφέρεται σε επικριτικές επιστολές αναγνωστών που είχαν επισκεφθεί τον μνημειακό τόπο και μιλά για κακοποίηση των ηρωικών μορφών:
«Ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος εμφανίζεται με.…ψαλλιδισμένο μουστάκι. Ο Κανάρης φαίνεται σαν άνθρωπος κοιμισμένος. Ο Καραϊσκάκης είνε άψυχος ανθρωπάκος […] η Μπουμπουλίνα παρέχει την εντύπωσιν γαλατούς. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός φαίνεται σαν να μη έχη λαιμόν καθόλου. Ο Υψηλάντης φαίνεται σαν κολλημένος μέσα εις κολλάρο. Ο Κολοκοτρώνης φαίνεται σαν ένας κοινός….λήσταρχος –ας μας συγχωρηθή η βλασφημία– και ο Τζαβέλλας δεν έχει τίποτε το ηρωϊκόν εις την μορφήν του».

Ο αρθρογράφος ξεχωρίζει ελάχιστα έργα (προτομές των Παπανικολή, Μαντώς Μαυρογένους και Νικηταρά), που μορφοπλαστικά ακολουθούν τους ακαδημαϊκούς τύπους με ιδεαλιστικά στοιχεία, ενώ για τα περισσότερα από «τα μαρμάρινα κατασκευάσματα» αξιώνει «να απαλειφθούν… και να ξαναγίνουν από την αρχήν». Παρόλο που αναγνωρίζει ότι μερικοί από τους ήρωες του 1821 «είχαν ωρισμένα σωματικά μειονεκτήματα», αποστολή των καλλιτεχνών θεωρούσε να τα «αφήνουν εις την σκιάν». Κριτήριο αξιολόγησης της γλυπτικής απεικόνισης ήταν οι προσωπογραφίες της εποχής του 1821, που «δεν έλειπαν από κανένα σχολείον και εκοσμούσαν τα περισσότερα σπίτια της ελευθέρας αλλά και της υποδούλου Ελλάδος» (Πηγή 18). Πράγματι, όπως επισημαίνει η Χριστίνα Κουλούρη, η «φιλελληνική ματιά» στις απεικονίσεις των αγωνιστών του 1821 από τον Delacroix, τον Peter von Hess και τον Karl Krazeisen, και η μαζική διάδοση των έργων τους μέσα από λαϊκά έντυπα και τα σχολικά εγχειρίδια, παγίωσαν μια ωραιοποιημένη και εξιδανικευμένη εικόνα τους στη συλλογική μνήμη, μέχρι και σήμερα (Πηγή 19). Και κατά τη δεκαετία του ΄30, η αντίληψη για τον τρόπο απόδοσης των εθνικών ηρώων δεν ήταν διαφορετική από εκείνη του προηγούμενου αιώνα.

Σήμερα, η Λεωφόρος Ηρώων καταλήγει στο μεταγενέστερο μνημείο του Νότη Μπότσαρη (1956) στο Πεδίον του Άρεως. Επίσης, εκτός από τις 16 προτομές έχουν προστεθεί εκείνες των Εμμανουήλ Παππά (1978), Νικόλαου Κριεζώτη (1984), Δημήτριου Πλαπούτα (1994) και τελευταία της Δόμνας Βισβίζη (2005).

 

 

 

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΟΜΩΝ ΣΤΗ ΛΕΩΦΩΡΟ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΕΔΙΟΥ ΑΡΕΩΣ

 

Leoforos Hroon 1

 

1. Ηρώο Νότη Μπότσαρη    
2. Δημήτριος Υψηλάντης                    
3. Γρηγόριος Παπαφλέσσας    
4. Κίτσος Τζαβέλλας

 

5. Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα
6. Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης
7. Παλαιών Πατρών Γερμανός
8. Κωνσταντίνος Κανάρης

 

9. Οδυσσέας Ανδρούτσος
10. Δόμνα Βισβίζη
11. Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
12. Μάρκος Μπότσαρης

 

13. Αθανάσιος Διάκος
14. Γεώργιος Καραϊσκάκης
15. Μαντώ Μαυρογένους
16. Ανδρέας Μιαούλης

 

17. Δημήτριος Παπανικολής
18. Νικηταράς
19. Δημητράκης Πλαπούτας
20. Εμμανουήλ Παππάς

 

21. Νικόλαος Κριεζιώτης
22. Ταφικό μνημείο Αλέξανδρου Υψηλάντη    
23. Μνημείο Πεσόντων Ιερού Λόχου

 

 

 

ΑΡΧΕΙΑΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Πληροφοριακά στοιχεία αρχειακών φωτογραφιών μνημείου

  1. εφ. Πρωΐα, αρ. 12-144, 27/3/1937, σ. 1.
  2. εφ. Αθηναϊκά Νέα, αρ. 2025, 27/3/1937, σ. 3. 

 

 

ΑΡΧΕΙΑΚΕΣ ΠΗΓΕΣ / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

  1. ΦΕΚ αρ. 201/ 27-7-1877, «Περί εγκρίσεως του διαγράμματος ρυθμίσεως του χώρου του πεδίου του Άρεως»
  2. Παυλόπουλος Δημήτρης, Ζητήματα Νεοελληνικής Γλυπτικής, Αθήνα, χ.ε, 1998, σ.154.
  3. Παυλόπουλος Δημήτρης, «το Πεδίον του Άρεως», Επτά Ημέρες, Καθημερινή, 23/2/2003, προσβάσιμο στο www.attiko-prasino.gr (προσπέλαση 15/1/19).
  4. Μαρκάτου Θεοδώρα, «Οι προτάσεις για πανελλήνιο ηρώο του εικοσιένα (1830-1930)», Μνήμων, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού, τχ. 17, 1995, σ.56-61.
  5. ΦΕΚ αρ. 106/ 15-5-1918, « Περί Κανονισμού εργασιών Επιτροπής Εκατονταετηρίδας».
  6. Μαρκάτου Θεοδώρα, Τα κατάλοιπα του Δαμβέργη (1887-1937), Αθήνα, 1996, σ.27-52.
  7. Αντωνοπούλου Ζέτα, Τα γλυπτά της Αθήνας, Αθήνα, Ποταμός, 2003, σ.70, 95.
  8. ΦΕΚ αρ. 277/ 28-12/1928 «Περί Ανασυστάσεως Επιτροπής Εκατονταετηρίδος
  9. ΦΕΚ αρ. 214/ 10-7-1934, «Περί συμβολής του Δημοσίου προς διαμόρφωσιν του Πεδίου του Άρεως εις κοινόχρηστον άλσος των Αθηνών».
  10.  Μπίρης Κώστας, Αι Αθήναι του 19ου αιώνα εις τον 20όν αιώνα, μέρος. Β΄(1900-1966), Αθήνα, 1966, σ.321.
  11. «Πώς αποκτούν αι Αθήναι πράσινον. Το Πεδίον του Άρεως. Ο νέος πνεύμων της πρωτευούσης», εφ. Ελεύθερον Βήμα, αρ. 5233, 26/1/1937, σ. 3.
  12. Παυλόπουλος Δημήτρης, «Το Σωματείο Ελλήνων Γλυπτών. Παραγγελίες που εκτελούν μέλη του Σωματείου στην πλατεία Ομονοίας και το Πεδίον του Άρεως», Επτά Ημέρες,  Καθημερινή, 25/10/1998.
  13. «Προτομαί ηρώων», εφ. Ελεύθερον Βήμα, αρ. 4735, 7/9/1935, σ. 1.
  14. «Το Πεδίον Άρεως. Αι προτομαί των ηρώων. Να γίνη διαγωνισμός», εφ. Ελεύθερον Βήμα, αρ. 4744, 16/9/1935, σ. 2.
  15. «Η επέτειος της παλιγγενεσίας. Ο πανηγυρικός εορτασμός της εθνικής εορτής. Η συμμετοχή των φοιτητών», εφ. Ελληνικόν Μέλλον, αρ. 1628, 24/3/1937.
  16. «Άλσος ηρώων εις το Πεδίον του Άρεως. Το μέλλον εθνικόν μας κέντρον», εφ. Εστία, αρ. 16683, 26/3/1937, σ. 4.
  17. «Αι εντυπώσεις εκ μιάς εορτής», Ελεύθερον Βήμα, αρ. 5291,26/3/1937, σ. 1.
  18. «Αντί ενθουσιασμού προκαλούν οίκτο. Αι προτομαί των ηρώων του 1821 εις το νέον πάρκον του Πεδίου του Άρεως. Πώς εκακοποιήθησαν πολλαί θρυλικαί μορφαί», εφ. Ακρόπολις, αρ. 2929, 27/3/1937, σ. 3.
  19. Χριστίνα Κουλούρη, Φουστανέλες και χλαμύδες. Ιστορική μνήμη και εθνική ταυτότητα 1821-1930, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2020, σ. 72-78, 543.