Χρονολογικά, το έργο του τοποθετείται στην έναρξη της μακράς μεταβατικής περιόδου της ελληνικής γλυπτικής από τον κλασικισμό και τον ακαδημαϊσμό στον μοντερνισμό, και συνδέεται με τις πρώτες ανολοκλήρωτες προσπάθειες απομάκρυνσης από τους καθιερωμένους τύπους μέσα από πειραματικές αναζητήσεις και νέες μορφοπλαστικές διατυπώσεις στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής τέχνης.
Οι πληροφορίες που διαθέτουμε για τη ζωή και το έργο του είναι ελάχιστες. Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (ΑΣΚΤ) και πρώτευσε κατά το έκτο έτος φοίτησής του (ακαδ. έτος 1904-1905). Το 1906 διακρίθηκε στους «Αβερώφειους Διαγωνισμούς» και με την τετραετή υποτροφία που έλαβε μετέβη στο Παρίσι για σπουδές. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών (1929), τακτικό μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών και μεταγενέστερα μέλος του σωματείου «Ομάς Ελλήνων Γλυπτών» (1946). Ως καλλιτεχνικό δίδυμο με τον Ιωάννη Κουλουρή φιλοτέχνησε μία από τις τρεις Χάριτες, την Αγλαΐα, έργο που μαζί με τα αγάλματα οκτώ Μουσών τοποθετήθηκε το 1934 στην πλατεία της Ομόνοιας, μνημειακό σύνολο που κατασκευάστηκε κατά παραγγελία του Δήμου Αθηναίων από μέλη του Σωματείου Ελλήνων Γλυπτών και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις μέχρι που αποσύρθηκε το 1937. Μετά την αφαίρεση των αγαλμάτων, η Αγλαΐα μεταφέρθηκε -και παραμένει έως σήμερα- στην κεντρική πλατεία της Καρδίτσας.
Στο έργο του εμφανείς είναι οι επιρροές από την προροντενική γαλλική σχολή και από τον ίδιο τον Ροντέν. Σύμφωνα με τον Στ. Λυδάκη, «σε ορισμένα έργα του παρουσιάζει μία έντονη ιμπρεσιονιστική επεξεργασία των επιφανειών, σε σημείο που οι μεταβάσεις από το ένα επίπεδο στο άλλο να είναι αδιόρατες. Ρεαλιστής στη νοοτροπία παραμένει στα πλαίσια μιας ιδεαλιστικής ή και “φιλολογικής” διάθεσης».
Μεγάλο μέρος των έργων του καλλιτέχνη βρίσκεται στο Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών Χώρας Τήνου, ενδεικτικά, Μετά το παιχνίδι (1917) και Παιδικό όνειρο. Άλλα γνωστά έργα του είναι η προτομή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο Πεδίον του Άρεως (1936), και τρία έργα με τα οποία συμμετείχε στην έκθεση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών το 1915, Κεφάλι γάλλου γλύπτη, Ο γάλλος Ρενουάρ και Ίψεν.
ΠΗΓΕΣ
Λυδάκης Στ., Οι Έλληνες Γλύπτες, τ.5: Η νεοελληνική γλυπτική. Ιστορία-τυπολογία-λεξικό γλυπτών, Αθήνα, Μέλισσα, 1981, σ. 294.
Μερτύρη Αντωνία, Η καλλιτεχνική εκπαίδευση των νέων στην Ελλάδα (1836-1945), Αθήνα, ΚΝΕ/ΕΙΕ, 2000, σ. 264, 266, 398 σημ. 40 και 41.
Παυλόπουλος Δημήτρης, Ο γλύπτης Γεώργιος Ρήγας. Συμβολή στη μελέτη της νεοελληνικής γλυπτικής, Αθήνα, 2014, 66, 68, 78, 82, 190, 194.
«Το Σωματείο Ελλήνων Γλυπτών», ένθετο Επτά Ημέρες της εφ. Καθημερινή, 25.10.1998, σελ. 18-19.